ΟλΑΠ 4/2022:  Αν η απόφαση για τη δέσμευση περιουσιακού στοιχείου δεν στηρίζεται στη διάταξη του άρθρου 42 Ν 4557/2018, αλλά στο άρθρο 50 κι επιβλήθηκε από τον Πρόεδρο της «Αρχής», το ποινικό δικαστήριο δεν έχει την εξουσία να διατάξει την άρση της δέσμευσης, αφού γι΄αυτήν  αποκλειστικά  αρμόδιο να αποφανθεί είναι, κατά τη διάταξη της παραγράφου 8 του άρθρου 50 του Ν. 4557/2018, το Ποινικό Τμήμα του Αρείου Πάγου, το οποίο συνεδριάζει με τριμελή σύνθεση, ως Συμβούλιο. Αν επιληφθεί το ποινικό δικαστήριο, υπερβαίνει θετικά την εξουσία του.

Από τις διατάξεις των άρθρων 42, 47, 48, 50 Ν. 4557/2018 συνάγονται τα  ακόλουθα:

1) Οι αποφάσεις της “Αρχής” για την υπαγωγή προσώπου στον συντασσόμενο και τηρούμενο από αυτή (“Αρχή”) κατάλογο σχετιζόμενων, με την τρομοκρατία, προσώπων και για τη δέσμευση των περιουσιακών στοιχείων των περιλαμβανόμενων στον εν λόγω κατάλογο προσώπων, καθώς και των ελεγχόμενων, μέσω παρένθετων προσώπων, περιουσιακών στοιχείων ή των κατεχόμενων μαζί με άλλους, στην οποία (δέσμευση) περιλαμβάνεται και η απαγόρευση οποιασδήποτε κίνησης, μεταβίβασης, μεταβολής, χρήσης ή διαπραγμάτευσης περιουσιακών στοιχείων, η οποία θα καθιστούσε δυνατή τη χρησιμοποίησή τους, περιλαμβανομένης και της διαχείρισης χαρτοφυλακίων, αποτελούν αυτοτελή μέτρα αποκλειστικά για την πρόληψη ή την καταστολή πράξεων τρομοκρατίας, τα οποία λαμβάνονται από ανεξάρτητη διοικητική αρχή στα πλαίσια της αρμοδιότητάς της ως τέτοιας, εντάσσονται στο πλαίσιο της διαφύλαξης της κοινωνίας από τέτοιες πράξεις και αποβλέπουν στην πρόληψη ή στην καταστολή αυτών, καθώς και στην αποτροπή της χρηματοδότησής τους.

2) Οι προαναφερόμενες αποφάσεις της “Αρχής” ανακαλούνται από την ίδια “Αρχή” είτε αυτεπαγγέλτως είτε ύστερα από σχετική αίτηση των προσδιοριζόμενων στην απόφαση πραγματικών δικαιούχων ή οποιουδήποτε τρίτου έχει έννομο συμφέρον, αν η “Αρχή” πειστεί ότι δεν συντρέχουν πλέον οι λόγοι που επέβαλαν τη λήψη τους.

3) Η “Αρχή” μπορεί, ύστερα από αίτηση του ενδιαφερόμενου προσώπου, να αποφασίσει την αποδέσμευση συγκεκριμένων ποσών, αναγκαίων για την κάλυψη των γενικότερων δαπανών διαβίωσης, συντήρησης ή λειτουργίας του, των εξόδων για τη νομική του υποστήριξη και των βασικών εξόδων για τη διατήρηση των δεσμευμένων περιουσιακών του στοιχείων.

4) Κατά των απορριπτικών, επί των σχετικών αιτήσεων προς την “Αρχή”, αποφάσεων αυτής, προβλέπεται η άσκηση, από τα θιγόμενα πρόσωπα, προσφυγής, η οποία έχει το χαρακτήρα του ειδικού ένδικου βοηθήματος ενώπιον του δικαστηρίου και αποσκοπεί στη δικαστική προστασία των θιγόμενων προσώπων, κατά τις διατάξεις των άρθρων 20 παρ. 1 του Συντάγματος, 5 και 6 της ΕΣΔΑ, η οποία έχει κυρωθεί μς το ΝΔ 53/1974.

5)Στην ειδική αυτή ρύθμιση της ένδικης αντιμετώπισης των ως άνω αποφάσεων της “Αρχής”, που έχει αποσυσχετιστεί από την εκδίκαση της σχετικής ποινικής κατηγορίας, αποκλειστικά αρμόδια να αποφανθούν επί της προσφυγής είναι στη μεν περίπτωση της παραγράφου 8 του άρθρου 50 του Ν. 4557/2018 το Ποινικό Τμήμα του Αρείου Πάγου, το οποίο συνεδριάζει με τριμελή σύνθεση, ως Συμβούλιο, στη δε περίπτωση της παραγράφου 11 του ίδιου άρθρου τα διοικητικά δικαστήρια. Αν η απόφαση για τη δέσμευση περιουσιακού στοιχείου δεν στηρίζεται στη διάταξη του άρθρου 42 Ν 4557/2018, αλλά στο άρθρο 50 κι επιβλήθηκε από τον Πρόεδρο της «Αρχής», το ποινικό δικαστήριο δεν έχει την εξουσία να διατάξει την άρση της δέσμευσης, αφού γι΄αυτήν  αποκλειστικά αρμόδιο να αποφανθεί είναι, κατά τη διάταξη της παραγράφου 8 του άρθρου 50 του Ν. 4557/2018, το Ποινικό Τμήμα του Αρείου Πάγου, το οποίο συνεδριάζει με τριμελή σύνθεση, ως Συμβούλιο. Αν επιληφθεί το ποινικό δικαστήριο, υπερβαίνει θετικά την εξουσία του (ΟλΑΠ 4/2022).