ΑΠ 40/2023. Δεν υφίσταται σοβαρός λόγος ευπρέπειας, με την έννοια της αμφισβήτησης της αντικειμενικότητας και αμεροληψίας του δικαστικού ή εισαγγελικού λειτουργού, όταν ο Εισαγγελέας ή ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, έχει ασκήσει υπό την ανωτέρω ιδιότητά του, το ένδικο μέσο της αιτήσεως αναιρέσεως κατά ορισμένης ποινικής αποφάσεως και στη συνέχεια συμμετέχει ως Εισαγγελέας της έδρας στην εκδίκαση της ίδιας αιτήσεως αναιρέσεως , στο Δικαστήριο του Αρείου Πάγου. Η συμμετοχή του στην ίδια υπόθεση, ως ασκούντος το ένδικο μέσο της αιτήσεως αναιρέσεως και ως Εισαγγελέα της έδρας που θα προτείνει επί της τυπικής και ουσιαστικής βασιμότητας αυτού, δεν συνάγεται βλάβη του συμφέροντος της δικαιοσύνης και της διασφάλισης του κύρους της, δεδομένου μάλιστα, ότι από κανένα στοιχείο δεν προκύπτει ότι ο ανωτέρω Εισαγγελικός Λειτουργός δεν θα ασκήσει απροκατάληπτα το υπηρεσιακό του καθήκον. Ως εκ τούτου δεν προκύπτει κίνδυνος δημιουργίας υπονοιών μεροληψίας στο πρόσωπό του, αφού επιπλέον ούτε έχει οποιαδήποτε σχέση με τα διάδικα μέρη. Συνεπώς, δεν συντρέχουν σοβαροί λόγοι ευπρέπειας ώστε να απέχει αυτός από τα εισαγγελικά του καθήκοντα, κατά την εκδίκαση της ανωτέρω υποθέσεως.
Για λήψη της υπ’ αριθμ. 40/2023 απόφασης του Αρείου Πάγου πατήστε εδώ.