ΑΠ 40/2023. Δεν υφίσταται σοβαρός λόγος ευπρέπειας, με την έννοια της αμφισβήτησης της αντικειμενικότητας και αμεροληψίας του δικαστικού ή εισαγγελικού λειτουργού, όταν ο Εισαγγελέας ή ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, έχει ασκήσει υπό την ανωτέρω ιδιότητά του, το ένδικο μέσο της αιτήσεως αναιρέσεως κατά ορισμένης ποινικής αποφάσεως και στη συνέχεια συμμετέχει ως Εισαγγελέας της έδρας στην εκδίκαση της ίδιας αιτήσεως αναιρέσεως , στο Δικαστήριο του Αρείου Πάγου. Η συμμετοχή του στην ίδια υπόθεση, ως ασκούντος το ένδικο μέσο της αιτήσεως αναιρέσεως και ως Εισαγγελέα της έδρας που θα προτείνει επί της τυπικής και ουσιαστικής βασιμότητας αυτού, δεν συνάγεται βλάβη του συμφέροντος της δικαιοσύνης και της διασφάλισης του κύρους της, δεδομένου μάλιστα, ότι από κανένα στοιχείο δεν προκύπτει ότι ο ανωτέρω Εισαγγελικός Λειτουργός δεν θα ασκήσει απροκατάληπτα το υπηρεσιακό του καθήκον. Ως εκ τούτου δεν προκύπτει κίνδυνος δημιουργίας υπονοιών μεροληψίας στο πρόσωπό του, αφού επιπλέον ούτε έχει οποιαδήποτε σχέση με τα διάδικα μέρη. Συνεπώς, δεν συντρέχουν σοβαροί λόγοι ευπρέπειας ώστε να απέχει αυτός από τα εισαγγελικά του καθήκοντα, κατά την εκδίκαση της ανωτέρω υποθέσεως.

Για λήψη της υπ’ αριθμ. 40/2023 απόφασης του Αρείου Πάγου πατήστε εδώ.

Α.Π. 62/2023. Αν ο παθών απάτης κατ΄ αρ. 386 παρ.1 ν.Π.Κ. τελεσθείσης υπό το προϊσχύσαν καθεστώς του π.Π.Κ, οπότε το αδίκημα διωκόταν αυτεπαγγέλτως, είχε μεν τότε υποβάλλει μηνυτήρια αναφορά ζητώντας την άσκηση ποινικής δίωξης, αλλά το είχε πράξει μετά την πάροδο του τριμήνου, αφότου είχε τελεσθεί η πράξη και αφότου ο ίδιος είχε λάβει γνώση αυτής ή ακόμα αν δεν είχε κάν υποβάλλει τέτοια μηνυτήρια αναφορά, αλλά πριν την ισχύ των νέων κωδίκων (1-7-19) είχε δηλώσει παράσταση πολιτικής αγωγής,έστω και αν μετά την ισχύ αυτών δεν δήλωσε εμπρόθεσμα κατ’ άρ. 464 ν.Π.Κ, ότι επιθυμεί την πρόοδο της διαδικασίας, παρά ταύτα εγκύρως συνεχίζεται η τελευταία, διότι η υποβολή της μηνυτήριας αναφοράς ή της δήλωσης παράστασης πολιτικής αγωγής σαφώς υποκαθιστά την μεταγενέστερη και προβλεπόμενη από την μεταβατική διάταξη του άρ. 464 ν. Π.Κ. απλή δήλωση προόδου της διαδικασίας και προδήλως εκπληρώνει τον σκοπό της τελευταίας (βλ. Α.Π. 346/21, 138/21, 1043/21, 1067/21, 773/20, 557/20).

Για λήψη της υπ’ αριθμ. 62/2023 απόφασης του Αρείου Πάγου πατήστε εδώ.

Α.Π.353/2023. Τα φορολογικά αδικήματα που τελέστηκαν μέχρι τις 6 Νοεμβρίου 2020 υπάγονται στο σύνολο των διατάξεων του Ν.4174/2013, όπως ίσχυε πριν από την τροποποίησή του με το Ν.4745/2020, με τη διευκρίνιση ότι ειδικά για την παραγραφή εφαρμόζεται το άρθρο 55 Α παρ.3 του Ν.4174/2013 ακόμα και μετά την κατάργηση του άρθρου 68 παρ.2 του Ν.4174/2013 με το άρθρο 92 του Ν.4745/2020 ( ΑΠ 784/2022, ΑΠ 95/2022, ΑΠ 594/2021).

Για λήψη της υπ’ αριθμ. 353/2023 απόφασης του Αρείου Πάγου πατήστε εδώ.

ΑΠ 1370/2022. Ελαφρυντική περίσταση άρθρου 133 ΠΚ. Αιτιολογημένη η απόρριψη του ελαφρυντικού, καθώς το δικαστήριο δέχθηκε ότι, όπως αποδεικνύεται δε από το προαναφερόμενο αποδεικτικό υλικό, είχε αποκτήσει μεγάλη εμπειρία ζωής και ωριμότητα, και η προαναφερθείσα πράξη του δεν ήταν το αποτέλεσμα νεανικής απερισκεψίας και επιπολαιότητας, αλλά προϊόν συνειδητής αποφάσεως και επιμελώς καταστρωθέντος σχεδίου, προς εύκολο πλουτισμό

«… V) Έτερος αυτοτελής ισχυρισμός, η απόρριψη του οποίου πρέπει, κατά τα προαναφερθέντα, να αιτιολογείται ιδιαιτέρως στην απόφαση, είναι και […]

ΑΠ 1274/2022. Ν 4251/2014. Άρθρα 29 παρ. 5, 30 Ν 4251/2014. Μεταβολή κατηγορίας και ορθότερος νομικός χαρακτηρισμός. Το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο δεν είχε υποχρέωση προηγούμενης ενημέρωσης των κατηγορουμένων και ήδη αναιρεσειόντων σύμφωνα με την παρ.2 του άρθρου 343 ΚΠοινΔ για τον χαρακτηρισμό της πράξης στον οποίο προέβη κατά την διάσκεψή του, καθόσον η ταυτότητα της πράξης ως ιστορικό γεγονός δεν μεταβλήθηκε και συνακόλουθα δεν προέκυψαν νέες περιστάσεις όπως ορίζεται στην εν λόγω διάταξη, ούτε υποβλήθηκε σχετικό αίτημα από τους τελευταίους πέραν του ότι, η ως άνω μεταβολή της κατηγορίας είχε ως συνέπεια την ευνοϊκότερη μεταχείριση των κατηγορουμένων.

«… Σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 30 Ν 4251/2014, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 12 Ν.4637/2019 (ΦΕΚ Α 180/18.11.2019), […]

ΑΠ 1637/2022. Κατ΄εξακολούθηση έγκλημα. Χαρακτηρισμός της πράξης ως κακουργήματος κατ΄άρθρο 98 παρ. 2 ΠΚ. Στις περιπτώσεις του άρθρου 98 παρ. 2 ΠΚ ο ποινικός χαρακτήρας της πράξης προσδιορίζεται με βάση τη συνολική αξία του αντικειμένου και τη συνολική περιουσιακή βλάβη ή το συνολικό περιουσιακό όφελος, που ανάλογα με το έγκλημα επήλθε ή σκοπήθηκε. Επιπροσθέτως, σε περίπτωση μεταβολής του ποινικού νόμου κατά τη διάρκεια τέλεσης εγκλήματος κατ’εξακολούθηση, εφαρμοστέος είναι ο νόμος που ισχύει κατά την τέλεση της τελευταίας επί μέρους πράξης, έστω και αν ακόμα αυτός είναι αυστηρότερος, εφόσον βέβαια και οι προγενέστερες από αυτόν πράξεις ήταν τιμωρητές, ενώ για τον χαρακτηρισμό του κατ΄εξακολούθηση εγκλήματος ως κακουργήματος ή πλημμελήματος λαμβάνονται υπόψη όλες οι μερικότερες πράξεις (ΑΠ 692/2020, ΑΠ 746/2020, ΑΠ 743/2020, ΑΠ 159 2019).

«… Με το α΄σκέλος του 2ου λόγου του δικογράφου των προσθέτων λόγων αναιρέσεως (υπό στοιχείο Β.1), ο αναιρεσείων πλήττει την […]

ΑΠ 1637/2022. Φοροδιαφυγή. Άρθρο 24 παρ. 2 Ν 2523/1997. Στην έννοια της <<με άλλο τρόπο ολικής διοικητικής περαίωσης της διαφοράς>>, εμπίπτει και η περίπτωση, κατά την οποία ο φορολογούμενος, αποδεχόμενος ανεπιφύλακτα την σε βάρος του εκδοθείσα αρχική απόφαση επιβολής φόρου ή προστίμου, καταβάλει τη συνολική οφειλή εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας. Δεν περιορίζεται δε αυτή η <<με άλλο τρόπο περαίωση>> μόνο στις περιπτώσεις συγκεκριμένης νομοθετικής πρωτοβουλίας (ΑΠ 743/2020, ΑΠ 1044/2014). Η ανωτέρω διάταξη του άρθρου 24 παρ.2α του ν.2523/1997, η οποία καταργήθηκε μετά την από 1-1-2014 θέση σε ισχύ του ν. 4174/2013 (ΚΦΔ), επειδή ανάγεται στο χώρο των ουσιαστικών ποινικών διατάξεων, διατηρεί, κατ’εφαρμογή του άρθρου 2 του ΠΚ, την ισχύ της για τα φορολογικά αδικήματα που έχουν χρόνο τέλεσης μέχρι 31-12-2013, έστω και αν διαπιστώνονται ή οριστικοποιούνται μετά την 1-1-2014 (ΑΠ 743/2020, ΑΠ 1044/2014).

«… Κατά τη διάταξη του άρθρου 24 παρ.2 του νόμου 2523/1997, όπως η παρ. 2 αυτού αντικαταστάθηκε με την παρ.4 […]

ΑΠ 1635/2022. Λαθρεμπορία αλκοολούχων ποτών. Εισαγωγή από χώρα μέλος της ΕΕ. Υπό την ισχύ του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα, ο ειδικός φόρος κατανάλωσης που προβλέπεται για τα προϊόντα που υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης, μεταξύ των οποίων και τα αλκοολούχα ποτά, ανεξαρτήτως του εάν παράγονται στο εσωτερικό της χώρας, προέρχονται από άλλα κράτη μέλη ή εισάγονται από τρίτες χώρες, καθίσταται απαιτητός, κατά την θέση των ειδών σε ανάλωση, περίπτωση που συντρέχει εκτός των άλλων και επί πάσης εισαγωγής προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης, ακόμη και αντικανονικής, εκτός εάν τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα υπαχθούν αμέσως μετά την εισαγωγή σε καθεστώς αναστολής (αρθ.56 παρ.1 δ΄ του τελωνειακού κώδικα). Άλλως και η εισαγωγή από κράτος μέλος της Ε.Ε. αλκοολούχων ποτών στην Ελλάδα, χωρίς την τήρηση των διατυπώσεων που προβλέπονται από την προαναφερθείσα διάταξη του άρθρου 57 του ως άνω Τελωνειακού κώδικα, με σκοπό την μη καταβολή των ως άνω φόρων, χαρακτηρίζεται και τιμωρείται διοικητικώς και ποινικώς ως λαθρεμπορία, κατά τα οριζόμενα στην διάταξη του άρθρου 119Α παρ. 2 του ως άνω κώδικα.

«… Κατά τη διάταξη του άρθρου 155 παρ. 1α και β’ του Ν. 2960/2001 “Εθνικός Τελωνειακός Κώδικας” λαθρεμπορία είναι α) […]

ΑΠ 1570/2022. Επανάληψη της διαδικασίας. Αν με απόφαση του εφετείου έχει απορριφθεί ως ανυποστήρικτη η έφεση κατά απόφασης του πλημμελειοδικείου, αρμόδιο συμβούλιο είναι αυτό των εφετών, αφού καταδικαστική παρέμεινε η απόφαση του πλημμελειοδικείου, σε τέτοια δε περίπτωση αν η αίτηση υποβλήθηκε στον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου και όχι των εφετών, απορρίπτεται ως απαράδεκτη και δεν παραπέμπεται.

«… Κατά τη διάταξη του άρθρου 525 παρ. 1 περ. 2 του Κ.Ποιν.Δ., η ποινική διαδικασία, που περατώθηκε με αμετάκλητη […]