«…
Με τον ισχύοντα από 20.3.2013 ν.4139/2013 «Νόμο περί εξαρτησιογόνων ουσιών και άλλες διατάξεις» και το άρθρο 20 αυτού (διακίνηση ναρκωτικών) ορίζεται, ότι «1. Όποιος, εκτός από τις περιπτώσεις που προβλέπονται στα άρθρα 21, 22 και 23, διακινεί παράνομα ναρκωτικά, τιμωρείται µε κάθειρξη τουλάχιστον οκτώ (8) ετών και µε χρηματική ποινή μέχρι τριακόσιες χιλιάδες (300.000) ευρώ. 2. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 29, ως έγκλημα διακίνησης ναρκωτικών νοείται κάθε πράξη µε την οποία συντελείται η κυκλοφορία ναρκωτικών ουσιών ή πρόδρομων ουσιών που αναφέρονται στους πίνακες της παραγράφου 2 του άρθρου 1 και ιδίως η εισαγωγή, η εξαγωγή, η διαμετακόμιση, η πώληση, η αγορά, η προσφορά, η διανομή, η διάθεση, η αποστολή, η παράδοση, η αποθήκευση, η παρακατάθεση, παρασκευή, η κατοχή, η μεταφορά, η νόθευση, η πώληση νοθευμένων ειδών μονοπωλίου ναρκωτικών ουσιών, …. 3. Αν περισσότερες πράξεις διακίνησης αφορούν την ίδια ποσότητα ναρκωτικών συντρέχει µόνο ένα έγκλημα διακίνησης. Κατά την επιμέτρηση της ποινής λαμβάνεται υπόψη το σύνολο των επί μέρους πράξεων διακίνησης, το είδος, η συνολική ποσότητα και η καθαρότητα του ναρκωτικού, καθώς και η βαρύτητα των σχετικών επιπτώσεων στην υγεία». Κατά το αναφερόμενο σε ιδιαίτερα διακεκριμένες περιπτώσεις άρθρο 23 του ίδιου ως άνω νόμου, στην παρ. 2 περ. α΄ 2η περίπτωση αυτού, ορίζεται, ότι «Με ισόβια κάθειρξη, καθώς και με χρηματική ποινή από πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ μέχρι ένα εκατομμύριο (1.000.000) ευρώ τιμωρείται ο δράστης των πράξεων των άρθρων 20 και 22: α) όταν … ή κατ’ επάγγελμα διακινεί ναρκωτικές ουσίες και το προσδοκώμενο όφελος του δράστη στις ανωτέρω περιπτώσεις υπερβαίνει το ποσό των εβδομήντα πέντε χιλιάδων (75.000) ευρώ». Το προσδοκώμενο όφελος δεν αποτελεί πρόσθετο στοιχείο της αντικειμενικής υπόστασης της ιδιαίτερα διακεκριμένης αυτής περίπτωσης διακίνησης ναρκωτικών ή πρόσθετη επιβαρυντική περίσταση του άρθρου 23 παρ. 2 του ν.4139/2013, αλλά διευκρίνιση προϋπόθεσης που προϋπήρχε σιωπηρά και στις περιπτώσεις της κατ’ επάγγελμα διακίνησης ναρκωτικών των άρθρων 23 και 23Α του ν.3459/2006, ενόψει του ότι ο σκοπός οφέλους αποτελεί, κατά το άρθρο 13 εδάφιο στ΄ (ή ε΄) του ΠΚ, βασικό στοιχείο της τέλεσης μιας πράξης κατ’ επάγγελμα (ΟλΑΠ 1/2015). Παράλληλα, κατά τη διάταξη του άρθρου 13 περ. ε΄ του ν.ΠΚ, «κατ` επάγγελμα τέλεση του εγκλήματος συντρέχει, όταν από την επανειλημμένη τέλεση της πράξης ή από την υποδομή που έχει διαμορφώσει ο υπαίτιος µε πρόθεση επανειλημμένης τέλεσης της πράξης, προκύπτει σκοπός του υπαιτίου για πορισμό εισοδήματος». Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι για την κατ’ επάγγελμα τέλεση του εγκλήματος απαιτείται, αντικειμενικά µεν επανειλημμένη τέλεση αυτού, χωρίς απαραιτήτως να έχει προηγηθεί και καταδίκη του δράστη, υποκειμενικά δε σκοπός του δράστη να πορισθεί εισόδημα από την επανειλημμένη τέλεσή του. Επίσης, κατ’ επάγγελμα τέλεση συντρέχει και, όταν η αξιόποινη πράξη τελείται για πρώτη φορά, όχι όμως ευκαιριακώς, αλλά βάσει σχεδίου, δηλαδή, όταν από την υποδομή που έχει διαμορφώσει ο δράστης και την οργανωμένη ετοιμότητά του µε πρόθεση επανειλημμένης τέλεσης, προκύπτει σκοπός αυτού για πορισμό εισοδήματος. Από τις σχετικές διατάξεις του ν. ν.4139/2013, προκύπτει ότι η προβλεπόμενη ποινή στην ιδιαίτερα διακεκριμένη περίπτωση της κατ’ επάγγελμα διακινήσεως µε προσδοκώμενο όφελος ανώτερο των (75.000) ευρώ, δεν διαφοροποιείται, ανεξάρτητα από το εάν ο υπαίτιος είναι τοξικομανής ή όχι, είναι δε αυτή η ποινή της ισόβιας καθείρξεως. Αντίθετα, ο εξαρτημένος διακινητής, έστω και αν ενεργεί κατ’ επάγγελμα, εφόσον το προσδοκώμενο από τις πράξεις του όφελος δεν υπερβαίνει το ποσό των (75.000) ευρώ, τιμωρείται ως κοινός διακινητής, κατά το άρθρο 30 παρ. 4 εδ. β΄ του ν. ν.4139/2013, σε βαθμό πλημμελήματος, δηλαδή µε ποινή φυλακίσεως τουλάχιστον ενός έτους και μέχρι πέντε ετών. Περαιτέρω, το έγκλημα της εισαγωγής ναρκωτικών ουσιών στην Ελληνική Επικράτεια πραγματώνεται µε την διακίνηση ναρκωτικών ουσιών από το εξωτερικό στην Χώρα, θεωρείται δε τετελεσμένο µε την είσοδο των ναρκωτικών στο Ελληνικό έδαφος. Ως κατοχή νοείται η φυσική εξουσίαση των ναρκωτικών από τον δράστη, κατά τρόπο που να μπορεί σε κάθε στιγμή να διαπιστώσει την ύπαρξή τους και να τις διαθέτει κατά την βούλησή του. Η φυσική εξουσίαση δε, δεν πληρούται µόνο µε την σωματική επαφή του δράστη µε τη ναρκωτική ουσία, αλλά αρκεί το γεγονός ότι ο δράστης βρέθηκε σε τοπική εγγύτητα προς την συγκεκριμένη ποσότητα των ναρκωτικών, η οποία του επέτρεπε να την διαθέτει κατά βούληση. Η μεταφορά εξάλλου ναρκωτικών ουσιών, αντιδιαστελλομένη προς την «διαμετακόμιση», πραγματώνεται µε την μετακίνηση των ναρκωτικών από έναν τόπο σε άλλο µε οιονδήποτε τρόπο ή µέσο, ξένο ή ιδιόκτητο, δηλ. μεταφορά των ναρκωτικών ουσιών είναι η, εντός του εδάφους της Ελληνικής Επικρατείας, μετακίνησή τους, µε οποιονδήποτε τρόπο ή µέσο (ΑΠ 78/2021).
…»