«…Εξάλλου, από τη διάταξη του άρθρου 363 παρ.1 Κ.Π.Δ., κατά την οποία <<1.Στις περιπτώσεις που κρίνεται αιτιολογημένα ότι είναι αδύνατη η εμφάνιση ενός μάρτυρα στο ακροατήριο εξαιτίας θανάτου, γήρατος, μακράς και σοβαρής ασθένειας, μη ανεύρεσής του λόγω αδυναμίας εντοπισμού της διεύθυνσης κατοικίας του ή σε όσες άλλες περιπτώσεις ορίζει ο νόμος, διαβάζεται στο ακροατήριο, αν υποβληθεί αίτηση ή αυτεπαγγέλτως, η ένορκη κατάθεσή του που δόθηκε στην προδικασία, εκτός αν συντρέχει περίπτωση εφαρμογής του άρθρου 354. Η ανάγνωση της ένορκης κατάθεσης της προδικασίας χωρίς τη συνδρομή των ανωτέρω προϋποθέσεων επιφέρει ακυρότητα της διαδικασίας>>, συνάγεται, ότι ακυρότητα της διαδικασίας, η οποία ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Α΄ Κ.Π.Δ. λόγο αναίρεσης της απόφασης, προκαλείται, όταν παρά την υποβολή σχετικής αίτησης από τον εισαγγελέα ή τον κατηγορούμενο, δεν αναγνωσθεί η ληφθείσα κατά την προδικασία ένορκη κατάθεση μάρτυρα, του οποίου η εμφάνιση στο ακροατήριο είναι αδύνατη για τους παραπάνω λόγους που ενδεικτικώς αναφέρονται στη διάταξη και όχι όταν το δικαστήριο αυτεπαγγέλτως ή ύστερα από αίτηση αναγνώσει στο ακροατήριο κατάθεση και δη τέτοια που ελήφθη ανωμοτί κατά την προδικασία και αν ακόμη δεν συνέτρεχε νόμιμη περίπτωση ή εναντιώθηκε προς τούτο ο κατηγορούμενος. Ειδικότερα, η εναντίωση του κατηγορουμένου αποτελεί μεν βουλητική εκδήλωση της υπεράσπισής του, όμως δεν αρκεί να εκδηλώνεται ρηματικά και μόνον, αλλά πρέπει να εξειδικεύεται και να προσδιορίζεται σε τι συνίστανται οι αντιρρήσεις του και ακόμη κατά τι παραβλάπτονται τα υπερασπιστικά του δικαιώματα από την ανάγνωση τέτοιας μαρτυρικής κατάθεσης. Δεν δημιουργείται ακυρότητα, εάν ο κατηγορούμενος δεν συνοδεύει την άρνηση ανάγνωσης της κατάθεσης με έκθεση ισχυρισμών από τους οποίους προκύπτει, ότι η ανάγνωση βλάπτει τα υπερασπιστικά δικαιώματά του (Α.Π. 2494/2008, Α.Π. 1318/1998 και Α.Π. 324/1995).
…»